βρομοκοπάω

βρομοκοπάω
βρομοκοπάω (σπάν. βρομοκοπώ), βρομοκόπησα βλ. πίν. 58
——————
Σημειώσεις:
βρομοκοπάω : για τη γραφή με ο (και όχι με ω) ακολουθούμε την ετυμολογία του Ανδριώτη.

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”